Αμούρ

Αμούρ
Ποταμός (4.416 χλμ.) της ανατολικής Ασίας, με λεκάνη απορροής 1.855.000 τ. χλμ. (μαζί με τον ποταμό Κερουλέν που τον τροφοδοτεί στις πηγές του). Σχηματίζεται στα σύνορα μεταξύ βορειοανατολικής Κίνας και άπω ανατολικής Ρωσίας και προς την ανοδική πορεία του Μόχο, από τη συμβολή του Σίλκα και του Αργκούν. Ο πρώτος σχηματίζεται στις δυτικές πλαγιές της οροσειράς Μπορσοβόσνι, από την ένωση του Ινγκόντα και του Ονόν, και ρέει μόνο σε ρωσικό έδαφος· ο δεύτερος, που ονομάζεται Κερουλέν, σχηματίζεται στη Δημοκρατία της Μογγολίας, στις νότιες πλαγιές της οροσειράς Χεντέι, και διαγράφει έπειτα μεγάλο τμήμα των συνόρων μεταξύ εσωτερικής Μογγολίας (Κίνα) και Ρωσίας. Ο Α. ρέει κατά μήκος των βορείων προσβάσεων του Μεγάλου Κιγκάν, έπειτα στρέφεται στα NA παράλληλα με τις οροσειρές Ιλκούρι Αλίν και Μικρό Κινγκάν, λίγο όμως προς τα ανοδικά της συμβολής του με τον Σουνγκάρι σχηματίζει μια απότομη καμπή, αλλάζει απότομα κατεύθυνση και κατεβαίνει προς τα ΒΑ έως τις εκβολές του στο Στενό της Ταταρίας, τη μακρόστενη κόλπωση που χωρίζει τη νήσο Σαχαλίνη από την ασιατική ήπειρο. Από τη συμβολή του Σίλκα και του Αργκούν έως το Χαμπαρόφσκ, o Α. αποτελεί το σύνορο μεταξύ της κινεζικής επαρχίας Χιλουνγκιάνγκ, που οφείλει το όνομά της στον ποταμό (έτσι ονομάζεται στα κινέζικα ο Α.) και των ρωσικών επαρχιών Αμούρ και Εβραϊκής. Ο Α. έχει άφθονα νερά, κυρίως το καλοκαίρι, και τροφοδοτείται από τους πολυάριθμους παραποτάμους του, ειδικότερα από τον Ζέγια, τον Μπουρέγια και τον Αμγκούν από τα αριστερά και τους Σουνγκάρι και Ουσούρι από τα δεξιά. Ο ρους του Α., που προκαλούσε στο παρελθόν καταστρεπτικές πλημμύρες, έχει ρυθμιστεί και τώρα χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που επιτρέπει και ευνοεί την εκμετάλλευση του μεγάλου ορυκτού πλούτου (σίδηρος, χρυσός, κάρβουνο) που υπάρχει στο λεκανοπέδιό του. Ο ποταμός Αμούρ, πλωτός σε μεγάλο τμήμα του, ήταν για αιώνες η κύρια οδός επικοινωνίας μεταξύ της Υπερβαϊκαλίας και του Ειρηνικού ωκεανού και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη όλης της περιοχής, που είναι πλούσια σε κοιτάσματα σιδήρου, χρυσού και άνθρακα (φωτ. Igda).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Νιεβιελσκόι, Γεννάδιος Ιβάνοβιτς — (G. Ivanovich Nevelskoy, 1813 – 1876). Ρώσος ναύαρχος και εξερευνητής. Στο χρονικό διάστημα 1848 49, με το φορτηγό πλοίο Μπαϊκάλ, πέτυχε, ξεκινώντας από την Κροστάνδη, να φτάσει στο Πετροπαυλόβσκ της Καμτσάτκας. Στα 1849 55 διηύθυνε τις έρευνες… …   Dictionary of Greek

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

  • Κομσομόλσκ-να-Αμούρε — (Komsomolsk na Amure). Πόλη (284.100 κάτ. το 2003) της Ρωσίας στην Άπω Ανατολή, που υπάγεται διοικητικά στο Χαμπαρόφσκ. Όπως φαίνεται από την ονομασία της (= Κομσομόλσκ επί του Αμούρ) βρίσκεται στον ποταμό Αμούρ (βλ. λ.). Ιδρύθηκε το 1932 και… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ααΐν Μάντι — Χωριό της Σαχάρας, στους πρόποδες του Τζεμπέλ Αμούρ. Στο Α.Μ. γεννήθηκε ο ιδρυτής του Τάγματος των Τιτζανίγια, που κήρυτταν την τυφλή υπακοή του λαού στους κυβερνήτες του. Το 1838 ο εμίρης Α. Κερίμ κυρίευσε το Α.Μ., γιατί οι κάτοικοί του… …   Dictionary of Greek

  • Αζαντόφσκι, Μαρκ Κονσταντίνοβιτς — (1888 – 1954). Ρώσος λαογράφος και φιλόλογος. Σπούδασε ιστορία και φιλολογία στο πανεπιστήμιο της Πετρούπολης. Δίδαξε στα πανεπιστήμια Τομσκ, Ιρκούτσκ και Αγίας Πετρούπολης και διηύθυνε το λαογραφικό τμήμα του μουσείου Πούσκιν της Μόσχας. Οι… …   Dictionary of Greek

  • Βλαδιβοστόκ — (Vladivostok).Πόλη (597.000 κάτ. το 2002) και λιμάνι της νοτιοανατολικής Ρωσίας, πρωτεύουσα του Παράκτιου Διαμερίσματος (Primorskiy Kray, 165.900 τ. χλμ., 2.174.400 κάτ.) της ομόσπονδης περιοχής της ρωσικής Άπω Ανατολής, το οποίο επεκτείνεται σε… …   Dictionary of Greek

  • Εβραϊκή Περιοχή — (Yevreyskaya). Αυτόνομη περιοχή (36.000 τ. χλμ., 199.100 κάτ. το 2001) της Ρωσίας. Δημιουργήθηκε το 1928, προκειμένου να εγκατασταθούν σε αυτή μόνιμα οι Εβραίοι της Σοβιετικής Ένωσης. Ανακηρύχθηκε αυτόνομη στις 7 Μαΐου 1934. Βρίσκεται στην… …   Dictionary of Greek

  • Ειρηνικός ωκεανός — (αγγλ. Pacific Ocean). Θαλάσσια έκταση (166.000.000 τ. χλμ, 180 εκατ. τ. χλμ. μαζί με τις εσωτερικές συνεχόμενες θάλασσες) που εκτείνεται από τις αρκτικές έως τις ανταρκτικές περιοχές. Είναι ο μεγαλύτερος σε βάθος και έκταση ωκεανός της υδρογείου …   Dictionary of Greek

  • Κανγκ-Χσι — (1662 – 1722). Κινέζος αυτοκράτορας (1670 1722), ο δεύτερος της δυναστείας των Τσινγκ. Ανέβηκε στον θρόνο σε ηλικία 8 ετών και εδραίωσε τη δυναστεία του συντρίβοντας τις εξεγέρσεις του Νότου. Το 1683 κυρίευσε τη Φορμόζα (σημερινή Ταϊβάν) και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”